Βεβαίωση παραβίασης Κανονισμου Πολυκατοικίας

Απόφαση με την οποία βεβαιώνεται η παραβίαση διατάξεων αποφάσεως και επιβολή των απειλούμενων κυρώσεων ήτοι χρηματικών ποινών και προσωπικής κράτησης

1248/2006

ΑΠΌΦΑΣΗ ΤΟΥ ΜΟΝΟΜΕΛΟΥΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟΥ ΑΘΗΝΩΝ (Διαδ.εργατικών διαφορών).

 

Από την εκτίμηση της χωρίς όρκο εξέτασης των διαδίκων και των καταθέσεων των μαρτύρων του  στο  ακροατήριο του Δικαστηρίου τούτου που περιέχονται στα ταυτάριθμα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, τα έγγραφα που οι διάδικοι νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται (στα οποία περιλαμβάνονται και οι ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν νομοτύπως στα πλαίσια προηγούμενης δίκης, που λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων ΑΠ 343/2000 ΕλλΔνη 41.693), τις υπ’ αριθμ. 3018 και 3019/16.2.2006 και 7396/14.4.2006 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών που νόμιμα επικαλείται και προσκομίζει η ενάγουσα, μετά από κλήτευση της εναγομένης (βλ. την υπ’ αριθμ. 2715β/13.2.2006 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Αθηνών …. για τις δύο πρώτες και την εμπεριεχόμενη στα πρακτικά συνεδρίασης του Δικαστηρίου αυτού κλήτευση της εναγομένης για την τρίτη, σημειώνεται ότι οι ένορκες βεβαιώσεις που επικαλείται με την προσθήκη επί των προτάσεων της η εναγομένη δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη καθώς δε προηγήθηκε κλήτευση της ενάγουσας και   την   εν   γένει  διαδικασία   αποδείχθηκαν   τα   ακόλουθα   κρίσιμα   πραγματικά περιστατικά:  Η αιτούσα είναι ιδιοκτήτρια  κατά ποσοστό   ½ εξ αδιαίρετου  μια οριζόντιας ιδιοκτησίας διαμερίσματος του Β’ ορόφου (Β-Ι) της πολυκατοικίας, που βρίσκεται επί των οδών…………δυνάμει του υπ’αριθμ……..  αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου … που έχει μεταγραφεί νόμιμα. Η εν λόγω πολυκατοικία διέπεται από τις διατάξεις του ν. 3141/1929 «περί της ιδιοκτησίας κατ’ ορόφους) δυνάμει της υπ’ αριθμ….. πράξεως συστάσεως οριζοντίου ιδιοκτησίας, και κανονισμού πολυκατοικίας της Συμβολαιογράφου Αθηνών … που έχει μεταγραφεί    νόμιμα.    Εξάλλου, η ενάγουσα είναι διαχειρίστρια αυτής της πολυκατοικίας από την 15.4.2003 μέχρι το χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, δυνάμει των από 15.4.2003, 19.5.2004, 19.1.2005 και 21.11.2005 πρακτικών γενικής συνέλευσης. Η εναγόμενη είναι ιδιοκτήτρια οριζοντίου ιδιοκτησίας, διαμερίσματος του   Γ  ορόφου   της   ιδίας   πολυκατοικίας,   δυνάμει   του   υπ’   αριθμ. 10497/1990 συμβολαίου  της συμβολαιογράφου  Αθηνών. Η εν λόγω πολυκατοικία είναι τριώροφη και αποτελείται από τρία οροφοδιαμερίσματα. Κατόπιν της από 2.2.2004 αίτησης της ενάγουσας ενώπιον του Δικαστηρίου  αυτού  εκδόθηκε η  υπ’  αριθμ.  4817/2004 απόφαση  ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία απαγορεύθηκε προσωρινά στην εναγομένη να διαταράσσει την ησυχία της ενάγουσας και των λοιπών συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας και να παραβαίνει το  νόμο  και τον  κανονισμό   και ειδικότερα : α) Υποχρεώθηκε να απομακρύνει από τους κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας   (διαδρόμους,κλιμακοστάσια, λεβητοστάσιο, είσοδο, υπόγειο) τα διάφορα αντικείμενα της, έπιπλα, καρέκλες, μεγάλα χάρτινα κουτιά που περιέχουν αντικείμενα, ώστε να είναι δυνατή η ελεύθερη διακίνηση στους χώρους αυτούς και να μην παρακωλύεται η σύγχρησή τους από την ενάγουσα και τους λοιπούς συνιδιοκτήτες, επιτρέποντας στην ενάγουσα να προχωρήσει η ίδια στην   απομάκρυνση των πραγμάτων με δαπάνες της εναγομένης,  ενώ   υποχρέωσε   την   τελευταία να παραλείπει στο μέλλον να καταλαμβάνει κοινόκτητους και κοινόχρηστους χώρους της πολυκατοικίας με την εναπόθεση σ’ αυτούς πραγμάτων, απειλώντας για κάθε παράβαση χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ υπέρ της ενάγουσας και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. Β) Υποχρεώθηκε να παραλείπει να διαταράσσει την ησυχία της ενάγουσας και των λοιπών συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας με υπερβολικούς θορύβους, ιδίως τις μεταμεσονύκτιες ώρες.  να σύρει ή  να κτυπά αντικείμενα στο πάτωμα,  να φωνασκεί να ρίχνει ακάθαρτα ύδατα από το μπαλκόνι της προς το δρόμο, να απλώνει τα ρούχα της στα μπαλκόνια   της   προσόψεως   της   πολυκατοικίας   εκτός των κιγκλιδωμάτων, να πετά σακούλες σκουπιδιών από τον τρίτο όροφο στο δρόμο, απειλώντας για κάθε παράβαση χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. Γ) Υποχρεώθηκε να παραλείπει να θραύει, να αλλάζει ή να αφαιρεί τα λουκέτα των θυρών που οδηγούν στο υπόγειο και στο δώμα (ταράτσα) απειλώντας για κάθε παράβαση χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ υπέρ της ενάγουσας και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. Δ) Υποχρεώθηκε να τηρεί τις ώρες λειτουργίας της κεντρικής θέρμανσης, όπως αυτές αποφασίσθηκαν στη γενική συνέλευση των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας της 14/1/2004 (από 07.00 έως 09.00. από 14.00 έως 16.00 και από 19.00 έως 22.00) καινά παραλείπει να ανάβει και να κλείνει το καλοριφέρ τις ώρες που εκείνη επιθυμεί απειλώντας την για κάθε παράβαση με χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ υπέρ της ενάγουσας και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. Ε)Υποχρεώθηκε να αποσυνδέει το θερμαντικό σώμα βρασμού ύδατος, το οποίο παράνομα συνέδεσε στις σωληνώσεις του καλοριφέρ, επιτρέποντας στην ενάγουσα να επιχειρήσει αυτή την πράξη με δαπάνη της εναγόμενης, υποχρεώνοντας την τελευταία να παραλείπει στο μελλον να συνδέει το θερμαντικό σώμα βρασμού ύδατος στις σωληνώσεις του καλοριφέρ με την απειλή για κάθε παράβαση χρηματική ποινή χιλίων (1000) ευρώ υπέρ της ενάγουσας και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. Την απόφαση αυτή ο ενάγουσα επέδωσε προς την εναγομένη, με επιταγή προς εκτέλεση την  1.9.2004 (βλ. την 11538/1.9.2004 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών …). Πρέπει να σημειωθεί ότι η ενάγουσα έχει ασκήσει την από 2.2.2004 αγωγή της εναντίον της εναγομένης με το ίδιο περιεχόμενο, ενώ η από 7.9.2004 αίτηση ανάκλησης της ως άνω απόφασης ασφαλιστικών μέτρων που άσκησε η εναγόμενη απορρίφθηκε δυνάμει της 707/27.1.2005 απόωασης του ιδίου Δικαστηρίου. Ωστόσο η εναγόμενη εκ προθέσεως παραβίασε επανειλημμένως κατά το διάστημα από 16.9.2004 μέχρι 2.12.2004 τις διατάξεις της υπ’ αριθμ. 4817/2004 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων ίου Δικαστηρίου αυτού και συγκεκριμένα : 1) στις 16.9.2004, 17.9.2004, 29.9.2004 και 28.11.2004 διατάραξε την ησυχία του μισθωτή της ενάγουσας …. με υπερβολική φασαρία κατά τις βραδινές και μεταμεσονύχτιες ώρες, βηματίζοντας για μεγάλα χρονικά διαστήματα εντός της οικίας της, φορώντας τακούνια ή μετακινώντας έπιπλα, σκοπώντας αποκλειστικά στην ενόχληση των λοιπών ενοίκων της πολυκατοικίας, όπως προκύπτει τόσο από την επ’   ακροατηρίου  κατάθεση  της  μάρτυρος της ενάγουσας …, ιδιοκτήτριας του οροφοδιαμερίσματος του πρώτου ορόφου, η οποία λόγω των συνεχών διενέξεων και ερίδων που λάμβαναν χώρα στην πολυκατοικία, πώλησε το διαμέρισμα της το Δεκέμβριο του 2005, όσο και από την υπ’ αριθμ. 3018/2006 ένορκη βεβαίωση της …..ψυχιάτρου και φίλης της ως άνω μάρτυρος, καθώς και από την από  18.6.2004 ένορκη βεβαίωση του ….. που δόθηκε στα πλαίσια άλλης δίκης μεταξύ των διαδίκων, κατόπιν νομότυπης κλήτευσης της εναγομένης (βλ. την 11291/11.6.2004 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας Αθηνών ….) και ο οποίος, όπως αναφέρει στην ίδια ένορκη βεβαίωση αναγκάσθηκε να εγκαταλείψει το μίσθιο, εξαιτίας της εριστικής συμπεριφοράς της εναγομένης. Με τις παραπάνω πράξεις της εναγομένης, οι οποίες συγκροτούν μία διαρκή ενέργεια, η τελευταία παραβίασε με πρόθεση το ως άνω υπό στοιχείο Β διατακτικό της 4817/2004 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου αυτού και πρέπει να καταπέσουν οι απειληθείσες ποινές, ήτοι χρηματική ποινή 1000 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. 2)Στις 11.11.2004, 30.11.2004 και 2.12.2004 η εναγόμενη έσπασε τα λουκέτα της θύρας που οδηγούσε στο υπόγειο όπου βρίσκεται το λεβητοστάσιο της οικοδομής, παρόλο που τούτο της είχε ρητώς απαγορευθεί δυνάμει της ως άνω απόφασης, όπως προκύπτει τόσο από την κατάθεση της μάρτυρος της ενάγουσας, όσο και από τα προσκομιζόμενα αντίγραφα του βιβλίου συμβάντων του ΑΤ Αγίας Παρασκευής. Με τις παραπάνω πράξεις της εναγομένης,  οι οποίες συγκροτούν μία διαρκή ενέργεια, η τελευταία παραβίασε με πρόθεση το ως άνω υπό στοιχείο Γ διατακτικό της 4817/2004 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου αυτού και πρέπει να καταπέσουν οι απειληθείσες ποινές, ήτοι χρηματική ποινή 1000 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών. 3) Στις 25.11.2004, 26.11.2004. 28.11.2004 και 30.11.2004 η εναγόμενη παραβίασε με πρόθεση τις ώρες λειτουργίας της κεντρικής θέρμανσης, όπως αυτές είχαν αποφασισθεί στη Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας της 14.1.2004 (από 07.00 έως 09.00, από  14.00 έως  16.00 και από 19.00 έως 22.00) και συγκεκριμένα στις 25.11.2004 εισήλθε κρυφά στο λεβητοστάσιο περί ώρα 00.30 και άνοιξε μόνη της το καλοριφέρ, ανεβάζοντας τη θερμοκρασία στους 95 βαθμούς, στις 26.11.2004 και περί ώρα 22.00 άναψε μόνη της το καλοριφέρ, ανεβάζοντας τη θερμοκρασία στους 35 βαθμούς και στις 30.11.2004 περί ώρα 19.00 άλλαξε μόνη της τη ρύθμιση της θερμοκρασίας,  όπως προκύπτει τόσο  από  την επ’  ακροατηρίου  κατάθεση  της μάρτυρος της ενάγουσας όσο και από το από 30.11.2004 αντίγραφο του δελτίου συμβάντων του περιπολικού οχήματος του ΑΤ Αγίας Παρασκευής, καθώς και από την υπ’   αριθμ.   7396/2006   ένορκη   βεβαίωση της …., συγγενούς της μάρτυρος της ενάγουσας. Με τις παραπάνω πράξεις της εναγομένης, οι οποίες συγκροτούν μία διαρκή ενέργεια, η τελευταία παραβίασε με πρόθεση το ως άνω υπό στοιχείο Δ διατακτικό της 4817/2004 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Δικαστηρίου αυτού και πρέπει να καταπέσουν οι απειληθείσες ποινές, ήτοι χρηματική ποινή 1000 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας δύο (2) μηνών.

Περαιτέρω, δεν αποδείχθηκε ότι κατά τις 35 αναφερόμενες στην αγωγή ημερομηνίες η εναγόμενη, με τη λειτουργία του πλυντηρίου της κατά τις βραδινές και μεταμεσονύκτιες ώρες προκάλεσε υπερβολικό θόρυβο  και συνεπώς το σχετικό αίτημα της αγωγής πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμο.

Με βάση τα παραπάνω, πρέπει η αγωγή να γίνει εν μέρει δεκτή και να βεβαιωθεί ότι κατά τις προαναφερόμενες ημερομηνίες η εναγόμενη με πρόθεση παραβίασε το διατακτικό της 4817/2004 απόφασης ασφαλιστικών μέτρων του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, να καταδικασθεί στην καταβολή των καταπεσουσών ποινών, ήτοι σε χρηματική ποινή συνολικού ποσού 3.000 ευρώ (1.000 ευρώ Χ 3 = 3.000), με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής, και σε προσωπική κράτηση διάρκειας έξι (6) μηνών (2 μήνες Χ 3). Περαιτέρω, πρέπει η καταψηφιστική διάταξη να κηρυχθεί εν μέρει προσωρινώς εκτελεστή, καθώς συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι και να συμψηφισθούν τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, λόγω της εν μέρει νίκης και ήττας τους (αρθ. 178 παρ. 1 ΚπολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει αντιμωλία των διαδίκων.

Απορρίπτει ό,τι κρίθηκε απορριπτέο.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Βεβαιώνει ότι η εναγόμενη εκ προθέσεως κατά τις ημέρες που αναφέρονται στο σκεπτικό της παρούσας παραβίασε το διατακτικό της 34817/2004 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, που εκδόθηκε με τη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Υποχρεώνει την εναγόμενη να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ. με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

Κηρύσσει την παραπάνω διάταξη προσωρινά εκτελεστή για το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ.

Καταδικάζει την εναγόμενη σε προσωπική κράτηση, διάρκειας έξι (6) μηνών.

Συμψηφίζει τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων.

 

Αριθμός  4222/2007

ΤΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

Τμήμα  4ον

—————–

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές Ηλία Γιαννόπουλο, Πρόεδρο Εφετών, Γεώργιο Χριστοδούλου, Σοφία Οικονόμου– Εισηγήτρια, Εφέτες και από την Γραμματέα Παναγιώτα Τόλκα.

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 14 Νοεμβρίου 2006 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ- ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ: ……..ατομικά και ως διαχειρίστρια της πολυκατοικίας επί των οδών …..την οποία εκπροσώπησε ο πληρεξούσιος Δικηγόρος της Διαμάντης Μπιλιάνης με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του Κ.Πολ.Δ.

ΤΗΣ ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ- ΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ: ……η οποία παραστάθηκε διά του πληρεξούσιου Δικηγόρος της Μάριου Σπανάκη.

Η ενάγουσα και ήδη εκκαλουσα-εφεσίβλητη με την από 6 Δεκεμβρίου 2004 αγωγή της προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών που έχει κατατεθεί με αριθμό κατάθεσης  5696/2004 ζήτησε να γίνουν δεκτά τα όσα αναφέρονται σ’αυτήν.

Το Δικαστήριο εκείνο εξέδωσε την υπ’αριθμ.1248/2006 οριστική απόφασή του με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε η ενάγουσα – εκκαλούσα με την από 18-7-2006 έφεσή της προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό 6318/19-7-2006.

Την απόφαση αυτή προσέβαλε και η εναγόμενη -  εκκαλούσα με την από 27-7-2006 έφεσή της προς το Δικαστήριο τούτο, που έχει κατατεθεί με αριθμό 6694/28-7-2006.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε από τη σειρά του οικείου πινακίου και συζητήθηκε.

Ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εφεσίβλητης αναφέρθηκε στις προτάσεις που κατάθεσε, ενώ ο πληρεξούσιος δικηγόρος της εκκαλούσας κατέθεσε εμπρόθεσμα τις προτάσεις του και παραστάθηκε στο ακροατήριο του δικαστηρίου τούτου με δήλωση του άρθρου 242 παρ.2 του ΚΠολΔ.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ                                       ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις των πρωτοδίκως εν μέρει ηττηθέντων διαδίκων, κατά της υπ’ αριθμ. 1248/2006 οριστικής αποφάσεως του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (αρθρ.663 επ. ΚΠολΔ), ασκήθηκαν νομότυπα και εμπρόθεσμα (αρθρ. 511, 513, 518 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ). Πρέπει επομένως να γίνουν τυπικά δεκτές και αφού συνεκδικαστούν λόγω της μεταξύ τους προφανούς συνάφειας (αρθρ. 246 ΚΠολΔ), να ερευνηθούν ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων τους, κατά την ίδια ως άνω ειδική διαδικασία  (αρθρ. 532 και 533 παρ.1 ΚΠολΔ).

Με την από 6-12-2004 αγωγή της η ενάγουσα, ήδη εκκαλούσα και εφεσίβλητη, ζήτησε να βεβαιωθεί ότι παραβιάστηκε εκ μέρους της εναγομένης, ήδη εκκαλούσας και εφεσίβλητης, η υπ’ αριθμ.4817/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία υποχρεώθηκε προσωρινά η τελευταία να απέχει από τις αναφερόμενες στο διατακτικό της εν λόγω

αποφάσεως πράξεις, με απειλή για κάθε παράβαση χρηματικής ποινής

και προσωπικής κράτησης, καθώς και ότι κατέπεσαν εις βάρος της οι ανωτέρω ποινές. Επί της αγωγής αυτής εκδόθηκε από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο η εκκαλουμένη, με την οποία έγινε εν μέρει δεκτή αυτή. Κατά της ως άνω αποφάσεως παραπονούνται με τις εφέσεις τους αμφότεροι οι διάδικοι, επικαλούμενοι εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητούν την εξαφάνιση της εκκαλουμένης, η μεν ενάγουσα προκειμένου να γίνει στο σύνολό της δεκτή η αγωγή, η δε εναγομένη προκειμένου να απορριφθεί εξ ολοκλήρου αυτή.

Κατά το άρθρο 947 παρ. 1 ΚΠολΔ «όταν ο οφειλέτης έχει υποχρέωση να παραλείψει ή να ανεχθεί πράξη, το δικαστήριο για την περίπτωση που παραβεί την υποχρέωση του απειλεί για κάθε παράβαση χρηματική ποινή έως δύο εκατομμύρια υπέρ του δανειστή κλπ». Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι επί περισσοτέρων παραβάσεων οφείλονται ισάριθμες προς αυτές χρηματικές ποινές. Όταν όμως, κατά την κρίση του δικαστηρίου, οι παραβάσεις, συνδεόμενες στενότερα μεταξύ τους, σχηματίζουν φυσική ενότητα ενέργειας του παραβάτη, κατά τρόπο που είναι εξωτερικά διαγνωστή και σε τρίτους, επιβάλλεται μια ποινή και όχι αθροιστικά τόσες ποινές, όσες και οι επί μέρους παραβάσεις. (Βλ. ΑΠ 143/2003, ΑΠ 1480/2002, 1 140/1999, ΕφΑΘ 2121/2003, Νόμος).

Για την ουσιαστική έρευνα της προκειμένης υποθέσεως το παρόν Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη τα κατωτέρω αποδεικτικά μέσα, που με επίκληση προσκομίστηκαν στο πρωτοβάθμιο δικαστήριο και που επαναπροσκομίζονται νόμιμα: α) Τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων και τις χωρίς όρκο καταθέσεις των διαδίκων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου και περιέχονται, στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά συνεδριάσεως , β) Τις υπ’ αριθμ. 3018 και 3019/ 16-2-2006 ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών οι οποίες λήφθηκαν νομότυπα κατ’ άρθρο 671 παρ. 1 ΚΠολΔ, μετά νόμιμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. υπ’ αριθμ. 2715β/13-2-2006 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Αθηνών ….), γ) Την υπ’ αριθμ. 7396/14-4-2006 ένορκη βεβαίωση μάρτυρος ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, η οποία λήφθηκε και αυτή νομότυπα κατ’ άρθρο 671 παρ. 1 ΚΠολΔ, σε συνδυασμό με άρθρα 670, 674 παρ.2, 237 παρ.3 και 591 εδ.β του ίδιου Κώδικα, εντός της παρεχόμενης από το νόμο τριήμερης προθεσμίας προσθήκης και αντίκρουσης, μέσα στην οποία μπορούν να προσαχθούν αποδεικτικά στοιχεία για την υποστήριξη ή αντίκρουση προταθέντων ισχυρισμών (ΑΠ 1167/1999, Νόμος, Δ/νη 2000, 361) και μετά νόμιμη κλήτευση της εναγομένης (βλ. προφορική δήλωση πληρεξουσίου δικηγόρου ενάγουσας στα πρακτικά συνεδριάσεως της εκκαλουμένης) και ως εκ τούτου, δεν είναι βάσιμος  ο περί του αντιθέτου σχετικός λόγος εφέσεως της εναγομένης,  δ) Τις υπ’ αριθμ. 7008 και 7009/10-4-2006 ένορκες βεβαιώσεις μαρτύρων, ενώπιον του Ειρηνοδίκη Αθηνών, οι οποίες λήφθηκαν νομότυπα, κατ’ άρθρο 671 παρ.1 ΚΠολΔ, μετά νόμιμη κλήτευση της ενάγουσας (βλ. υπ’ αριθμ. 8509 Γ/7-4-2006 έκθεση επιδόσεως του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Αθηνών …..) και ε) τα έγγραφα, μεταξύ των οποίων και οι υπ’ αριθμ. 1039-1041/18-6-2004 ένορκες βεβαιώσεις που ελήφθησαν νομότυπα στα πλαίσια άλλης συναφούς δίκης και που λαμβάνονται υπόψη για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων. Από την εκτίμηση όλων των ανωτέρω αποδεικτικών στοιχείων αποδείχθηκαν τα ακόλουθα: Η ενάγουσα είναι συγκυρία και συννομέας, από κοινού με το σύζυγο της Γεώργιο Σιάπκα, σε ποσοστό 1/2 εξ αδιαιρέτου ο καθένας, ενός οροφοδιαμερίσματος του δευτέρου υπέρ το ισόγειο ορόφου τριόροφης οικοδομής που βρίσκεται στην Αγία Παρασκευή Αττικής, στη συμβολή των οδών Κων. Παλαιολόγου αρ. 22 και Αγίας Σοφίας αρ.1, δυνάμει του υπ’ αριθμ. 1446/1999 αγοραπωλητηρίου συμβολαίου της Συμβ/φου Ν. Ιωνίας ….., του όποιου έχει γίνει νόμιμη μεταγραφή. Είναι επίσης, νόμιμα εκλεγμένη διαχειρίστρια της πολυκατοικίας αυτής, η οποία έχει υπαχθεί στο σύστημα των περί οριζοντίου ιδιοκτησίας διατάξεων, δυνάμει του νόμιμα μεταγεγραμμένου υπ’ αριθμ. 7322/1980 συμβολαίου της Συμβ/φου Αθηνών …..Το πιο πάνω διαμέρισμα η ενάγουσα εκμισθώνει σε τρίτους προς πορισμό εισοδήματος. Εξάλλου, η εναγομένη είναι ιδιοκτήτρια του οροφοδιαμερίσματος του τρίτου υπέρ το ισόγειο ορόφου της ως άνω οικοδομής, δυνάμει του υπ’ αριθμ. 10497/1990 συμβολαίου της Συμβ/φου Αθηνών Χ…… και από της κτήσεως του κατοικεί σε αυτό. Μετά από αίτηση που άσκησε η ενάγουσα κατ’ αυτής (εναγομένης) με τις πιο πάνω ιδιότητές της, της συνιδιοκτήτριας και διαχειρίστριας, εκδόθηκε η 4817/2004 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, διαδικασίας ασφαλιστικών μέτρων, με την οποία υποχρεώθηκε η εναγομένη, μεταξύ των άλλων: α) να παραλείπει, να διαταράσσει την ησυχία της ενάγουσας (τότε αιτούσας) και των λοιπών συνιδιοκτητών με υπερβολικούς θορύβους (φωνές, σύρσιμο αντικειμένων και επίπλων στο πάτωμα κλπ), ιδίως κατά τις μεταμεσονύκτιες ώρες, β) να παραλείπει να θραύει, να αλλάζει ή να αφαιρεί τα λουκέτα των θυρών του υπογείου και του δώματος και γ) να τηρεί τις ώρες λειτουργίας της κεντρικής θέρμανσης, όπως αυτές αποφασίστηκαν στη Γενική Συνέλευση των συνιδιοκτητών της πολυκατοικίας της 14-1-2004 (07.00 έως 09.00 και 14.00 έως 16.00 και 19.00 έως 22.00 ώρας) και να παραλείπει να ανάβει και να κλείνει το καλοριφέρ τις ώρες που εκείνη επιθυμεί. Με την ίδια δε απόφαση απειλήθηκε κατ’ αυτής (εναγομένης) χρηματική ποινή 1000 ευρώ και προσωπική κράτηση δύο (2) μηνών για κάθε παράβαση της κάθε μιας των ως άνω διατάξεων. Την απόφαση αυτή η ενάγουσα επέδωσε προς την εναγομένη, με επιταγή προς εκτέλεση την 1-9-2004 (βλ. την 11538/1-9-2004 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ….). Στη συνέχεια, η εναγομένη, παρόλο που γνώριζε τις από την προαναφερόμενη απόφαση απαγορεύσεις, είχε μάλιστα υποβάλει στο δικαστήριο την από 7-9-2004 αίτηση ανάκλησης της ανωτέρω απόφασης η οποία απορρίφθηκε, κατά το διάστημα από 16-9-2004 έως και 2-12-2004, παραβίασε από πρόθεση τις διατάξεις της ως άνω αποφάσεως. Συγκεκριμένα, στις 16-9-2004, 17-9-2004, 29-9-2004 και 28-11-2004 διατάραξε την ησυχία του μισθωτή της ενάγουσας …., με υπερβολικούς θορύβους, για μεγάλο χρονικό διάστημα κατά τη διάρκεια των βραδινών και μεταμεσονύκτιων ωρών, προερχόμενους από τη μετακίνηση διαφόρων επίπλων που έσερνε στο πάτωμα και από το συνεχές βάδισμα της στους χώρους της οικίας της με υποδήματα που έφεραν τακούνια και κτυπούσαν δυνατά στο πάτωμα. Επίσης, στις 11-11-2004, 30-11-2004 και 2-12-2004 έσπασε τα λουκέτα της θύρας που οδηγεί στο υπόγειο, όπου βρίσκεται το λεβητοστάσιο, τα οποία τοποθετούσε κάθε φορά η ενάγουσα ως διαχειρίστρια για την ασφάλεια του λεβητοστασίου. Τέλος, στις 25-11-2004, 26-11-2004, 28-11-2004 και 30-11-2004 και ώρες 1η πρωινή, 22.00, και 5η πρωινή, αντιστοίχως, η εναγομένη εισήλθε στο λεβητοστάσιο, εν αγνοία των λοιπών συνιδιοκτητών, και έθεσε σε λειτουργία τον καυστήρα θερμάνσεως για να ανάψει το καλοριφέρ, το οποίο σύμφωνα με τη ρύθμιση των ωρών λειτουργίας που είχε αποφασίσει η Γενική Συνέλευση της πολυκατοικίας, δεν λειτουργούσε, κατά τις ώρες αυτές. Ανέβασε δε τη λειτουργία του καυστήρα, στην πολύ υψηλή θερμοκρασία, την πρώτη φορά των 95 βαθμών και τη δεύτερη φορά των 85 βαθμών που έθετε σε κίνδυνο την ασφαλή λειτουργία του καυστήρα και κατ’ επέκταση την ασφάλεια της όλης οικοδομής. Τα περιστατικά αυτά πλήρως αποδεικνύονται από την ένορκη κατάθεση της μάρτυρος …., η οποία τα επιβεβαιώνει μετά λόγου γνώσεως και εξ ιδίας αντιλήψεως, ως ένοικος του α’ ορόφου και συνιδιοκτήτρια της ως άνω οικοδομής και η μαρτυρία της οποίας για το λόγο αυτό κρίνεται αξιόπιστη. Η μαρτυρία της άλλωστε ενισχύεται και από τις συναφείς καταθέσεις των μαρτύρων …… που έχουν ιδία αντίληψη των συγκεκριμένων περιστατικών που αναφέρουν και που δεν έχουν ιδιαίτερη σχέση με κανέναν από τους διαδίκους (βλ. 3018, 3019 και 7396/2006 σχετικές ένορκες βεβαιώσεις). Εξάλλου, η ένορκη κατάθεση της μάρτυρος ….., φίλης της εναγομένης, η οποία αορίστως διατείνεται ότι η εναγομένη «είναι υπέροχος άνθρωπος» και ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να δημιουργεί προβλήματα» όσο και των λοιπών μαρτύρων, φίλων της εναγομένης (Θρ. Λιάκου, Γρ. Κουβαρά και Π. Διονυσόπουλου), οι οποίοι ισχυρίζονται, μη πειστικά, ότι η εναγομένη καθ’ όλες τις πιο πάνω κρίσιμες ημερομηνίες απουσίαζε από την οικία της και βρισκότανε «είτε στο Μαρμάρι Ευβοίας είτε σε διάφορες άλλες κοινωνικές εκδηλώσεις» (βλ. 7008 και 7009/2006 ένορκες βεβαιώσεις), δεν αναιρούν τα ανωτέρω αποδειχθέντα. Άλλες παραβάσεις της προαναφερομένης αποφάσεως εκ μέρους της εναγομένης δεν αποδείχθηκαν. Περαιτέρω, σχετικά με τις ανωτέρω αποδειχθείσες παραβάσεις της εναγομένης παρατηρείται ότι αυτές που αφορούν τη διατάραξη της ησυχίας των ένοικων της πολυκατοικίας, συνδέονται στενότερα μεταξύ τους, τόσο ως προς το σκοπό, όσο και ως προς τον τρόπο και τα μέσα ενεργείας έτσι ώστε να συνιστούν εξακολουθητική ενέργεια και να μορφοποιούν φυσική ενότητα ενεργείας, εξωτερικώς διαγνωστή σε τρίτους. Επομένως, για τις παραβάσεις αυτές επιβάλλεται να απαγγελθεί, σύμφωνα με τη μείζονα σκέψη, μια ποινή. Για τον ίδιο λόγο πρέπει για τις παραβάσεις της θραύσης των λουκέτων να απαγγελθεί μια ποινή και για τις παραβάσεις της τήρησης των ωρών λειτουργίας της κεντρικής Θέρμανσης, επίσης μία ποινή. Έτσι οι επιβλητέες στην εναγομένη ποινές περιορίζονται σε τρεις, δηλαδή μια για κάθε κατηγορία των ανωτέρω παραβάσεων. Εδώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο πρωτοδίκως προταθείς ισχυρισμός της εναγομένης,περί ελλείψεως νομιμοποιήσεως της ενάγουσας για την άσκηση της ένδικης αγωγής, επειδή δεν διαμένει στην πιο πάνω πολυώροφη οικοδομή, δεν είναι νόμιμος, δεδομένου ότι η ενάγουσα ως συνιδιοκτήτρια, αλλά και διαχειρίστρια της οικοδομής αυτής, είναι φορέας των δικαιωμάτων για την προστασία των οποίων διατάχθηκαν τα ανωτέρω ασφαλιστικά μέτρα με την 4817/2004 απόφαση. Κατ’ ακολουθίαν των ανωτέρω, το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, το οποίο έκρινε ότι αποδείχθηκαν τα ίδια ως άνω πραγματικά περιστατικά και απέρριψε την πιο πάνω ένσταση της εναγομένης -αν και σιγή- δεχόμενο εν μέρει την αγωγή, ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις (καίτοι δεν είχε λάβει υπόψη τις υπ’ αριθμ. 7008 και 7009/2006 ένορκες βεβαιώσεις, στην παρούσα δίκη λήφθηκαν υπόψη κατά τα ανωτέρω εκτεθέντα) και εφάρμοσε το νόμο και οι περί του αντιθέτου λόγοι των κρινόμενων εφέσεων των διαδίκων, είναι αβάσιμοι.

Κατά συνέπειαν, πρέπει οι κρινόμενες αντίθετες εφέσεις, αφού συμπληρωθεί η αιτιολογία της εκκαλουμένης με της παρούσας, να απορριφθούν ως αβάσιμες κατ’ ουσίαν και να καταδικαστεί η κάθε εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη της αντιδίκου της, για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό (αρθρ. 183 και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει κατ’ αντιμωλίαν των αντιδίκων, τις κρινόμενες εφέσεις

Δέχεται τυπικά αυτές και τις απορρίπτει κατ’ ουσίαν.

Καταδικάζει έκαστη εκκαλούσα στην δικαστική δαπάνη της αντιδίκου της την οποία ορίζει στο ποσό των επτακοσίων (700) ευρώ

για κάθε μία τους.